Είμαι μικρός και μαθαίνω τον κόσμο

Saturday, January 13, 2007

Ξέμεινα από τίτλο

Χτες το βράδυ πέρασε από το σπίτι ο πατέρας μου. Η μάνα μου έφυγε για πουσουκού στο χωριό κι ο δικός μου ως συνήθως βαριόταν να την ακολουθήσει. Δεν έχει κι άδικο. Τα χωριά είναι πολύ βαρετά το χειμώνα. Μιλήσαμε στο τηλέφωνο το απογευματάκι και του λέω δεν έρχεσαι από εδώ καμιά βόλτα; Αν είναι η μάνα μου στο σπίτι η πιθανότητα να ερχόταν ήταν μία στις πενήντα. Ενώ τώρα συμφώνησε αμέσως.

Βρεθήκαμε κατά τις οκτώ. Κατέβηκε με το τραμ και πήγα και τον πήρα από τη στάση. Τι θα φάμε ήταν η πρώτη του κουβέντα μόλις μπήκαμε στο σπίτι. Γέλασα. Τι τραβάει η όρεξη σου; Πίτσα, σουβλάκια ή καμιά σαλάτα; Εσύ τι θες μου λέει. Όλα καλά είναι. Τελικά πήραμε πίτσα. Άνοιξα κι ένα μπουκάλι κρασί και τα είπαμε. Είδαμε και λίγο ειδήσεις, έτυχε η χτεσινή επικαιρότητα να ήταν ζόρικη. Χάζεψε λίγο τα βιβλία μου, με ρώτησε πέντε πράγματα για υπολογιστές μιας και του πήρα πρόσφατα ένα φορητό για δώρο να χαζεύει στο Internet, κουτσομπολέψαμε κοινούς γνωστούς και κατά τις έντεκα τον πήγα σπίτι με το αμάξι.

Είμαι σίγουρος πως μετά από αρκετά χρόνια κάτι τέτοια βράδια θα τα θυμάμαι με νοσταλγία. Νομίζω πως για τους άντρες το σημείο εκείνο που χαρακτηρίζει την στροφή προς την ωριμότητα είναι η στιγμή που αρχίζουμε να επικοινωνούμε με τον πατέρα μας.

1 Comments:

  • Πολύ σωστή η άποψή σου. Κάποια στιγμή παύεις να συγκρούεσαι μαζί του, εκείνος παύει να σε βλέπει σαν ανίκανο πλασματάκι που θέλει πάντα τη γνώμη του και τη βοήθειά του και καταλήγετε να μιλάτε επί ίσοις όροις αν και οι συνήθειες δεκαετιών δύσκολα κόβονται και από τις δύο πλευρές.

    By Blogger τουκιθεμπλομ, at 7:50 PM  

Post a Comment

<< Home